Ο Κινέζος και η Β.
Και o Κινέζος χώθηκε στην αγκαλιά της Β. ξάπλωσε με όλη του την άνεση, χωρίς ίχνος καχυποψίας, απολαμβάνοντας με όλη του την καρδιά τα χάδια της, αλλά και η Β. χαιρόταν με τα χάδια του και ήταν και οι δυο ευτυχισμένοι.
Αν αυτή την άφατη ομορφιά την αγγίξει ο νους θα ερμηνεύσει, μοιραία κάπως έτσι: “ο Κινέζος πλησίασε την Β. γιατί ήθελε χάδια, μόνο το τομάρι του τον ενδιαφέρει, γενικώς οι γάτες είναι τέτοια ζώα, εγωιστικά – από την άλλη δες και την Β., προφανώς κάνει όλα αυτά επειδή έχει ανάγκη τα χάδια της γάτας, αν το καλοσκεφτείς και εκείνη κινείται εγωιστικά – ωω τι κρίμα, τελικά πουθενά τελικά δεν υπάρχει αγνή αγάπη!”.
Ο νους όμως χάνει το προφανές, αδυνατεί να συλλάβει το απλό γεγονός ότι στην σιωπηλή αγάπη δεν υπάρχει ούτε Β. ούτε Κινέζος, δεν υπάρχουν χωριστά πρόσωπα, χωριστά υποκείμενα, υπάρχει μόνο χαρά, ευδαιμονία, τρυφεράδα, συμπόνοια.