Μπερδεύοντας τις εικασίες με τα γεγονότα
Συζητούσαμε και λέγαμε ότι βρίσκαμε πολύ περίεργες ολες αυτες τις ερμηνείες που δίνουν οι εκαστοτε ψυχαναλυτές για τις αιτίες των συμπεριφορών μας. Για κάθε εικασία που θα κάνει ο ψυχαναλυτής για την ρίζα μιας συμπεριφοράς, εγώ έχω να παραθέσω άλλες δέκα. Ποιος ξέρει ποια αιτία είναι η πραγματική και ποια όχι; Ακόμη περισσότερο, ποιος ξέρει αν υπάρχει μια μόνο συγκεκριμένη, απομονωμένη, πραγματική αιτία, που προκαλεί μια συγκεκριμένη συμπεριφορά ή αν πρόκειται για μια πιο ολική κατάσταση, όπου το σύμπαν ολόκληρο, και όχι μια μόνο παράμετρός του, γεννάει τα διάφορα φαινόμενα, τις διαφορες συμπεριφορές.
Μετά συζητήσαμε με δύο φίλους που πηγαίνουν σε ψυχολόγο και συμφώνησαν ότι όντως, οι αναλύσεις και η εύρεση των αιτιών των συμπεριφορών βασίζονται στην εικασία και δεν θα μπορουσε να γινόταν αλλιώς. Βλέποντας την αλήθεια αυτού του πράγματος, κάποιος καταλαβαίνει ότι η ψυχανάλυση βασίζεται στην πίστη, δεν μπορεί να λειτουργήσει αλλιώς. Πρέπει να πιστέψεις για αληθινή την εικασία του ψυχαναλυτή, για να έχει κάποιο αντίκτυπο πάνω σου. Πρόκειται δηλαδή για μια κάποια μικρής κλίμακας θρησκεία βασισμένης στην πίστη του ψυχαναλυόμενου στον ψυχαναλυτή.
Οι φίλοι ανέφεραν επίσης ότι οι εικασίες των ψυχολόγων βασίζονται σε ένα πλήθος προηγούμενων παρατηρήσεων (από άλλες περιπτώσεις, απο βιβλιογραφικά δεδομένα κλπ). Καποιοι πιστεύουν οτι οι εικασίες που βασίζονται σε πλήθος δεδομένων είναι πιο σωστές από τις υπόλοιπες, έχουν μεγαλύτερη βαρύτητα, αλλά είναι εύλογο το ερώτημα αν υπαρχουν πιο σωστές και πιο λάθος εικασίες ή αν μια εικασία είναι απλώς εικασία.
Επίσης αναφέρθηκε ότι αν καποια τέτοια εικασία βοηθάει τη ζωή σου να γίνει κάπως πρακτικότερη τότε αυτή η εικασία είναι χρήσιμη, αλλά και πάλι γεννιέται το ερώτημα αν όντως η ζωή μας γίνεται πρακτικότερη, πιο λειτουργική, ή αν αυτό που συμβαίνει είναι μόνο μια προσωρινή ανακούφιση, μια ανακούφιση που μπορεί να έρθει και με χίλιους άλλους τρόπους (τρώγοντας ένα παγωτό, βλέποντας μια διασκεδαστική ταινία κοκ).
Ακόμη αναφέρθηκε ότι υπάρχουν περιπτώσεις που ο ψυχαναλυτής με μια απλή κουβέντα θα προκαλέσει ένα σχεδόν αυτόματο συναισθηματικό ξέσπασμα του ψυχαναλυόμενου (πχ έντονο κλάμμα), ένα ξέσπασμα που εκλαμβάνεται ως αυθόρμητο, πηγαίο, τη στιγμή που γίνεται τόσο άμεσα και που άρα δείχνει ότι αυτή η κουβέντα του ψυχαναλυτή είναι αρκετά κοντά στην αλήθεια των πραγμάτων. Αυτό όμως δεν θα μπορούσε να συμβεί, γιατί όπως βρήκαμε παραπάνω, κάθε κουβέντα, σχόλιο του ψυχαναλυτή για την αιτία των πραγμάτων είναι αναγκαστικά μια εικασία και όχι η αλήθεια των πραγμάτων. Πρέπει μάλιστα να εξετασθεί επίσης η πιθανότητα ότι το συναισθημα και η σκέψη είναι ταχύτατες, σχεδόν αυτόματες κινήσεις, στενα συνδεδεμένες μεταξύ τους, κάτι που μπορεί να κάνει μια τόσο άμεση αντίδραση (άμεσο κλάμμα) να φαίνεται σαν να είναι ελεύθερη από τη σκέψη και άρα αυθόρμητη, ενώ δεν είναι.
Ποιο όμως είναι το πρόβλημα με την ψυχανάλυση. Αν πιστέψω ότι ένα ατύχημα στα 38 μου με κάνει να φοβάμαι να οδηγήσω μηχανάκι, ή αν πιστέψω ότι η έλλειψη αγάπης από τον πατέρα μου όταν ήμουν μικρός, με κάνει τώρα να μην μπορώ να δείξω αγάπη στις σχέσεις μου, ποιο είναι το πρόβλημα; Δεν νομίζω ότι υπάρχει κανένα πρόβλημα. Απλώς κάθε φορά που θα φοβάμαι να οδηγήσω μηχανάκι, αντί να μείνω με το γεγονός του φόβου, να το ψηλαφίσω, ακίνητος (και τότε τι θα γίνει άραγε; το έχουμε κάνει ποτέ;), πηδάω αμέσως στην κοντινότερη ψυχαναλυτική εξήγηση όπως “εεε στα 38 του χτύπησε με το μηχανάκι του και από τότε φοβάται”, ανακουφίζομαι, νιώθω ότι υπάρχει μια κάποια έγκυρη δικαιολογία για το βάσανό μου, νιώθω κάπως καλύτερα και προσπερνάω το γεγονός.
Το περιεχόμενο της ψυχαναλυτικής εικασίας περνιέται για αλήθεια, και μας απομακρύνει αμέσως από τους φόβους μας, τις αγωνίες μας, ανακουφίζοντάς μας για λίγο, ίσως, από την μια, κάνοντας όμως αδύνατο να δούμε την πλαστή υφή των φόβων μας.