Το παιχνίδι
Πριν λίγα χρόνια είχα μια συζήτηση με έναν φίλο για το παιχνίδι.. αυτός έπαιζε μπάσκετ και ξεκίνησε τη συζήτηση από την παραδοχή “όταν παίζω, δεν παίζω για να χάσω, σίγουρα, αφού παίζω θέλω να κερδίσω”. Και μένα μου φάνηκε τότε εύλογο αυτό και το δέχτηκα τελείως αβασάνιστα.
Πριν από λίγο καιρό βρήκα ότι όταν υπάρχει ένας απώτερος σκοπός στο παιχνίδι, δεν υπάρχει καν παιχνίδι. Το παιχνίδι, στην καθαρή του μορφή, όπως το βιώνει το μικρό παιδί (το μικρό γατί, το μικρό σκυλί) δεν έχει κανένα σκοπό.. είναι παιχνίδι για τη χαρά του παιχνιδιού. Μερικές πευκοβελόνες, λίγη άμμος, ένα αυτοκινητάκι, μερικά καπάκια ή κάποια μπουκάλια μπορούν να τροφοδοτήσουν αυτό το αγνό παιχνίδι με τα υλικά που χρειάζεται.. αυτό το παιχνίδι είναι η επιτομή της δημιουργικότητας.
Βρήκα ακόμη ότι αν αυτή η αίσθηση του παιχνιδιού απουσιάζει (στην ενήλικη ζωή μας) από κάποια δράση μας, συναναστροφή μας (στις σχέσεις, στην εργασία, στα πάντα) τότε αυτή θα γίνει αργά ή γρήγορα ένα βαρετό, βασανιστικό φορτίο που θα εκφυλίσει σιγά σιγά τη δυνατότητά μας να είμαστε δημιουργικοί, ζωντανοί, ελεύθεροι.
Όμως η κοινωνία, οι γονείς, το σχολείο, μας εκπαιδεύσαν ώστε να προσαρμοστούμε όσο το δυνατον καλύτερα γύρω από το δίπολο “ανταμοιβή-τιμωρία”.. έτσι ακόμη και το παιχνίδι, αυτή η τόσο αθώα, ξέγνοιαστη, καθάρια κατάσταση, μειώθηκε σε ένα ακόμη μέσο για να αποκομίσουμε κάποιου είδους ανταμοιβή.. παίζω κάποιο παιχνίδι για να νικήσω, για να αποφύγω την απογοήτευση της ήττας, για να βελτιωθώ, τέλος πάντων για να κατακτήσω κάποιου είδους τρόπαιο, ηθικό ή χειροπιαστό. Και στις σχέσεις μου, όπου δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιο απώτερο κέρδος, κάποιος απώτερος σκοπός, από το παιχνίδι, απλά σταματώ να παίζω.. και αφού δεν παίζω, βαριέμαι, ενοχλούμαι, θυμώνω κοκ..
Έτσι η σχέση με την σύντροφό μου σιγά σιγά παύει να είναι παιχνιδιάρικη, ανέμελη γιατί ένα τέτοιου είδους παιχνίδι δεν εχει κάποιο απώτερο κέρδος να μου προσφέρει. Γι’αυτό μειώνω το παιχνίδι σε μια “ανοησία” και το υποτιμώ, το κατακρίνω. Και ακόμη παύω να βλέπω την εργασία μου, τις σχέσεις μου με τους γονείς μου, τους φίλους μου, σαν παιχνίδι, ακριβώς για τον ίδιο λόγο. Γυμνάζομαι, κάνω μια βόλτα, δημιουργώ μουσική, πάντα έχοντας ένα απώτερο σκοπό, μια σκοπιμότητα, ξεκάθαρη, ή πιο συγκαλλυμένη.
Τελικά αυτή η σπάνια αθωότητα του παιχνιδιου, εξατμίζεται καθώς μεγαλώνω και κάπως έτσι σηματοδοτείται το τέλος της παιδικότητάς μου.. και μήπως από τη στιγμή που θα συμβεί αυτό είμαι πια ζωντανός, αλλά πιο πολύ πεθαμένος; Ας βρει ο καθένας για τον εαυτό του. Και ας βρει αν είναι δυνατόν να ξαναανθίσει αυτή η πολύτιμη ποιότητα του παιχνιδιού στη ζωή του.