Περί νομιμότητας
Εδώ και χρόνια αδυνατώ να αδιαφορήσω για τις απορίες που πετάγονται από μόνες τους κάθε φορά που τίθεται στη συζήτηση το θέμα των νόμων, των θεσπισμένων κανόνων που προβλέπουν τι ειναι αποδεκτό και τι όχι και προβλέπουν ποινές για ο,τι ξεφεύγει από τα αποδεκτά. Αναρωτιέμαι ποια ειναι στ’ αλήθεια η επίδραση του νόμου στον άνθρωπο.
Θα αφήσω τελείως απέξω τα στατιστικά δεδομένα γιατί αυτά μπορούν να ερμηνευτούν ποικιλοτρόπως από τον καθένα, ανάλογα με τις πεποιθήσεις του. Όμως μπορούμε να δούμε που βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή. Ο καθένας να δει τι συμβαίνει μέσα του και γύρω του. Είναι μια ανακουφιστική διέξοδο κάποιος να εικάσει ότι σε μια άλλη κοινωνία τα πράγματα λειτουργούν καλύτερα ή ιδανικά, αλλά αυτό είναι μόνο μια πεποίθηση γιατί δεν υπάρχει βίωμα από αυτή την άλλη κοινωνία.
Έχοντας αρνηθεί λοιπόν την αναλυτική σκέψη, τα στατιστικα, τους αριθμούς, μπορώ ελεύθερα να κοιτάξω που βρίσκομαι. Βρίσκομαι λοιπόν σε μια κοινωνία που οι άνθρωποι φοβούνται, αγχώνονται, κουβαλούν θλίψη, είναι ανταγωνιστικοί, σκληροί, βίαιοι, αρκετα άρρωστοι ψυχολογικά, προκρίνουν την επιβίωση τους και των κοντινών τους προσώπων έναντι άλλων, βρίσκομαι σε μια κοινωνία με εγκληματικότητα (δολοφονίες, ληστείες, βιασμοί, οικονομικά εγκλήματα κλπ). Υπάρχει μια αίσθηση χάους. Αυτό είναι ένα γεγονός. Και είναι γεγονός ότι αυτή η κοινωνία λειτουργεί με κάποιους νόμους. Οι νόμοι άλλοτε τηρούνται και άλλοτε όχι. Έτσι θα ήταν άστοχο να ισχυριστούμε ότι οι νόμοι φέρνουν εύρυθμη λειτουργία και τάξη, γιατί στην κοινωνία που ζω και έχω εμπειρία αυτό το πράγμα δεν συμβαίνει. Και θα ήταν μόνο εικασία να ισχυριστώ ότι αν δεν υπήρχαν νόμοι τα πράγματα θα ήταν χειρότερα, γιατί και πάλι δεν έχω εμπειρία από αυτή την εναλλακτική πραγματικότητα.
Οι νόμοι έχουν μια πρακτική χρησιμότητα όταν χρησιμοποιούνται εύλογα. Όταν δύο αμάξια συναντιούνται σε μια στροφή, είναι πρακτικό να έχει εκ των προτέρων συμφωνηθεί ότι ο ερχόμενος από δεξιά θα έχει πρωτεραιότητα, ώστε τελικά το πέρασμα από τη στροφή να γίνεται στον συνολικά λιγότερο δυνατό χρόνο. Αυτή η εύλογη χρησιμότητα διαστρεβλώνεται συνέχεια!
Πως; Η ύπαρξη Τιμωρίας που βασικό συστατικό του Νόμου γεννάει μια αίσθηση φόβου και με σπρώχνει να ακολουθώ το γράμμα των νόμων για να την αποφυγω. Έτσι είναι δυνατόν να φτάσω στο σημείο να μην παρκάρω σε μια θέση παρκινγκ για αναπήρους όχι από στοργή, αγάπη, ενδιαφέρον, αλλά για να μην τιμωρηθώ γι αυτό. Μπορεί να μη κλέψω κάτι από κάποιον όχι επειδή δεν θέλω να του το στερήσω αλλά επειδή φοβάμαι την τιμωρία.
Ακόμη πιο εντυπωσιακά, οι Νόμοι χρησιμοποιούνται με ένα κάπως περίεργο τρόπο δημιουργώντας ένα περίεργο ιδανικό, το ιδανικό της Νομιμότητας. Νομίζουμε ότι ο σεβασμός (υπακοή) στους νόμους προσθέτει στο άτομο περισσότερη αξία. Όταν κάποιος καταπατάει κάποιο νόμο (που εγώ σέβομαι) θεωρείται υποδυέστερος, κακός, ανήθικος, υπεύθυνος για την γενικότερη κατάπτωση της κοινωνίας και του επιτεθόμαστε με σκληράδα. Η αντίφαση συνεχίζεται όταν εγώ καταπατάω έναν άλλον νόμο, αλλά έχω μια κάποια εξήγηση, δικαιολογία γι’ αυτό, πχ θεωρώ ότι αυτός ο νόμος που εγω καταπάτησα είναι άδικος και καλώς έκανα και τον καταπάτησα. Με τη σειρά τους οι άλλοι εξοργίζονται και μου επιτίθενται και αυτοί.
Και άλλα αλλόκοτα πράγματα συμβαίνουν σε σχέση με αυτό το αλλόκοτο ιδανικό της νομιμότητας. Μπορεί να είμαι σε ένα φανάρι με κόκκινο, μπορεί να έχω οπτικό πεδίο 100 μέτρων όπου κανένα αμάξι δεν εμφανίζεται, να είναι 4 το ξημέρωμα, αλλά να κάθομαι εκεί, ακίνητος, περιμένοντας να ανάψει το πράσινο φως, χωρίς να ξέρω στ’ αλήθεια το γιατί κάθομαι ακίνητος. Μπορεί να θίγομαι και να προσβάλλομαι και να μαλώνω για ώρες όταν κάποιος αμφισβητεί το πόσο νόμιμος είμαι, να συγκρίνουμε τον βαθμό νομιμότητας που επιδεικνύουμε και άλλα τέτοια κωμικοτραγικά.
Η Τιμωρία που ο Νόμος προβλέπει έχει πάντα το χαρακτηριστικό της βίας μέσα της. Η Τιμωρία με όσο όμορφα ονόματα και αν την ντύσουμε (σωφρονισμός κλπ) είτε είναι μια μορφή εκδίκησης είτε μια μορφή προφύλαξης. Αν έκανες ένα σκληρό αδίκημα, θα πρέπει να τιμωρηθείς για να πάρουμε μια ικανοποιητικη ρεβάνς από τη μια και για να σε εμποδίσουμε να το ξανακάνεις από την άλλη. Η εκδίκηση και η αναζήτηση ασφάλειας θρέφουν τη βία. Δεν χωράει η αγάπη, η στοργή σε αυτή την κίνηση.
Ο Νόμος και η Τιμωρία που προβλέπει χρησιμοποιείται συνέχεια ως μέσο πίεσης, απειλής. Πόσες φορές έχω παρακολουθήσει ονλάιν συζητήσεις όπου κάποιος συμπεριφέρεται άκαρδα, σκληρά σε ένα ζώο και κάποιος φιλόζωος τον απειλεί με νομικές κυρώσεις προκειμένου να τον εμποδίσει να συνεχίσει να φέρεται έτσι. Η βία του άκαρδου ανθρώπου απαντάται με αντίστοιχη βία από τον φιλόζωο και η αντίφαση καλά κρατεί. Ομοίως και για οποιαδήποτε διαφορά μεταξύ ανθρώπων, η απειλητική επίκληση του νόμου απλώς διαιωνίζει τη βία και μπορεί ή μπορεί να μην φέρει συμμόρφωση με την επιθυμητή συμπεριφορά, αλλά σίγουρα θρέφει την βία.