Χαρούμενοι διαλογισμοί vol.1
Τελειώσαμε δουλειές στον κήπο. Κουράστηκα. Ξαπλώνω στο κρεβάτι. Η ευχαρίστηση που προκύπτει είναι άμεση, πηγαιά, αβίαστη και αδιαπραγμάτευτη. Υπάρχει μια ευχαρίστηση που προκύπτει ως φυσικό by product της ικανοποιησης φυσικών αναγκών. Κρυώνω και κάθομαι στον ήλιο και η ζεστασια με γεμίζει ευχαρίστηση. Διψάω, πίνω νερό και αμέσως υπάρχει ευχαρίστηση κοκ. Φαίνεται αυτή την ευχαρίστηση να την παραβλέπουμε κατάφορα, διότι αναζητούμε συνήθως την ευχαρίστηση που έχει χαραχθεί στο μυαλό μας ως απολαυστική.
Κλείνω τα μάτια. Εστιάζω την προσοχή μου στην πατούσα του δεξιού ποδιού. Νιώθω μια αίσθηση γαργαλήματος. Μετά στρέφω την προσοχή μου προς τον ήχο του πλυντηρίου από το μπάνιο. Μετά στρέφομαι σε ένα κνησμό στο μάγουλο, στον κάματο στο δεξί μου ώμο. Κάνω και το εξής πείραμα. Εστιάζω πρώτα σε μια αίσθηση που θα την χαρακτηριζα εσωτερική. Εστιάζω στην καρωτίδα μου. Και μετά εστιάζω σε μια αίσθηση που θα την χαρακτήριζα εξωτερική, στο γάβγισμα του Ζάχου. Και ξανά πίσω στην καρωτίδα και ξανά στο γάβγισμα. Περίεργο, δεν φαίνεται οι δύο αισθήσεις να διαφέρουν καθόλου, δεν φαίνεται καθόλου η αντίληψή μου να περνάει ένα σύνορο, μεταξύ εαυτού και έξω κόσμου, πηγαινοερχόμενη μεταξύ των δύο αυτών αισθήσεων (γαβγισμα/καρωτίδα). Ακυρώνεται η ιδέα ότι υπαρχουν δύο κόσμοι, ένας εσωτερικός και ένας εξωτερικός. Συνεχίζω για πολύ ώρα το παιχνίδι αυτό στρέφοντας την προσοχή μου “κατά βούληση” σε διάφορα αντικείμενα.
Έφτασε η ώρα να αφήσω τώρα την προσοχή μου ελεύθερη να παίξει μόνη της. Εστιάζει στον ήχο του πλυντηρίου και όταν αυτός σταματάει, στον ήχο του αφυγραντήρα. Και καποια στιγμή σαν να εξαφανίζεται και αυτός ο ήχος και τότε εστιάζει σε έναν άλλο ήχο, που ίσως να είναι κάποιος ήχος του οποίου την πηγή δεν γνωρίζω, ή ίσως να είναι ο ήχος της σιωπής. Γιατί και αυτή μοιάζει σαν να έχει ένα ήχο. Μετά μπαίνει και κάτι καινούριο στο παιχνίδι, η σκέψη.. μια σκέψη εμφανίζεται και λεει “πωπω ειναι πολύ ενδιαφέρον, θα κατσω να το γραψω”. Και στο καπάκι η προσοχή στρέφεται στην αναπνοή και στο στέρνο που ανεβοκατεβαίνει. Και αυθόρμητα ανοίγουν τα μάτια . Οπτικές αισθήσεις (οι πιο δυνατές ίσως από όλες τις αισθησεις) με κατακλύζουν. Κοιτάζω την χειροποίητη κούκλα που είχε φτιάξει η Β., μετά το φωτιστικό-λάμπα στο ταβάνι και μετά την ντουλάπα. Μετά βλέπω ότι αν εστιάσω σε ένα αντικείμενο το οπτικό ερέθισμα είναι ξεκάθαρο. Βλέπω πχ την κούκλα. Αν τώρα η προσοχή μου αναπαυτεί για λίγο τα όρια του αντικειμένου, της κούκλας, σαν να χάνονται και αυτή απορροφάται από το μπακγκράουντ. Υπάρχει τώρα μια εικόνα που θυμίζει πολύ περισσότερο αφηρημένη τέχνη όπου τα εκάστοτε αντικείμενα δεν ξεχωρίζουν. Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι η εικόνα γίνεται θολή. Η προσοχή μου αναδύεται εκ νέου και να τη πάλι η κούκλα. Όμως περίεργο, γιατί ενώ έχω την εντύπωση ότι βλέπω την κούκλα ολόκληρη, όταν η προσοχή μου στραφεί στο χέρι της είναι σαν για πρώτη φορά να έχω ξεκάθαρη εικόνα του χεριού και ταυτόχρονα η υπόλοιπη κούκλα σαν να εισχωρεί στο φόντο. Εστιάζω μετά στο δάχτυλο του χεριού και συμβαίνει ακριβώς το ίδιο φαινόμενο, μοιάζει σαν για πρώτη φορά να βλέπω ξεκαθαρα το δάχτυλο, ενώ το υπόλοιπο χέρι περνάει στο φόντο.
Κάπως έτσι αρχίζει να δημιουργείται η εντύπωση ότι ποτε δεν βλέπω κάτι στ αλήθεια, απλώς μια φαινομενική εντύπωση σχηματίζεται. Αρχικά είμαι σχεδόν βέβαιος ότι βλέπω ολόκληρη την κούκλα, μετά αυτό καταρρίπτεται και νιώθω ότι τουλάχιστον μπορώ να δω καθαρά το χέρι της κάτι που διαψεύδεται όταν εστιάζω στο δάχτυλο, αλλά και αυτή η εντύπωση γκρεμίζεται όταν εστιάσω στο νύχι του δαχτύλου κοκ.
Πωωω οι αισθήσεις είναι τελείως φαινομενικές.
Που οδηγεί αυτό το παιχνίδι; Έβγαλα κανένα σπουδαίο, ακλόνητο συμπέρασμα; Όχι. Αλλά έχει πολύ πλάκα.